αποκλιμα

αποκλιμα
    ἀπόκλιμα
    ἀπό-κλῐμα
    -ατος τό астр. наклон, склонение
    

(τῶν κέντρων Sext.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "αποκλιμα" в других словарях:

  • απόκλιμα — ἀπόκλιμα, το (Α) [αποκλίνω] 1. η κατηφοριά 2. το σημείο που δύουν οι αστερισμοί …   Dictionary of Greek

  • ἀπόκλιμα — a slope neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποκλιμάτεσσιν — ἀπόκλιμα a slope neut dat pl (epic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποκλιμάτων — ἀπόκλιμα a slope neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποκλίμασι — ἀπόκλιμα a slope neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποκλίμασιν — ἀπόκλιμα a slope neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποκλίματα — ἀπόκλιμα a slope neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποκλίματι — ἀπόκλιμα a slope neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποκλίματος — ἀπόκλιμα a slope neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»